Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Στο χάος του μυαλού μας



Βροχή, ομίχλη, κρύο (καιρός για δύο), πόρτες κλειστές, παράθυρα μισάνοικτα, καφές ζεστός, λικεράκι με της δικαιολογία της δοκιμής…
Ρόδια που κατακόκκινα κιόλας αναδεικνύουν περήφανα την ομορφιά τους, γιατί όχι άλλωστε!
Πιο κει κυδώνια κατακίτρινα με το απαλό τους χνούδι για προστασία περιμένουν να γίνουν ένα απ τα ωραιότερα γλυκά της Ελλάδας μας παρέα με μυγδαλάκια ξασπρισμένα κι αρμπαρόριζα.

Ο ήλιος, ο ήλιος μου ο κατάδικός μου ….πεισμωμένος χάθηκε.
Αλλά δεν θ’ αντέξει πολύ κρυμμένος. Θα βγει περίτρανος ξανά.

Τέτοιες μέρες εκτός από μια μικρή καταθλιψούλα που σου προκαλεί το τέλος του καλοκαιριού έχουν και τα καλά τους.

Από δωμάτιο σε δωμάτιο όλο και κάτι θα βρεις.
Ας πούμε ένα τενεκεδένιο κουτί γεμάτο ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Ιδιαίτερες, πολύ ιδιαίτερες όμως που ποτέ ως τώρα δεν του έδωσα την απαραίτητη σημασία….

Κοιτάζοντάς τες λοιπόν συνταράχτηκα σχεδόν…
Οι εικόνες άλλαξαν μορφή κι έβλεπα μόνον το είναι μου.
Παντού.
Είδα αυτό που όλοι φοβόμαστε να δούμε.
Τα σκοτεινά μονοπάτια του μυαλού μας....
Αυτά τα δαιδαλώδη μονοπάτια φαιάς ουσίας, απ όπου όλα ξεκινούν κι όλα τελειώνουν.
Κοίταζα, ξανά κοίταζα και προσπαθούσα να καταλάβω που ακριβώς κρύβεται το κάθε συναίσθημα.
Οι αισθήσεις μάθαμε, καιρό τώρα.
Ας πούμε η αγάπη που ακριβώς βρίσκεται; Ποιο νεύρο την ξεσηκώνει κι ησυχία δεν έχει μετά. Και μπορεί να καθορίσει και την ίδια σου τη ζωή, καταπατώντας πολλά άλλα μονοπάτια αυτής της φαιάς ουσίας. Της λογικής ας πουμε.

Κι η λογική τι είναι; Γιατί κάποιοι έχουν και κάποιοι άλλου όχι, αφού φαιά ουσία έχουμε όλοι.
To IQ πάλι; Πολύ σημαντικό πράγμα το IQ απ’ ότι έχω καταλάβει. Να κάθεται στο δεξιό ή αριστερό ημισφαίριο…
Κοιτούσα και ξανακοιτούσα αυτές τις περίεργες φωτογραφίες κι άκρη δεν έβγαλα.
Στο κάτω κάτω είναι το είναι μου όλο. Πρέπει να ξέρω.
Ωραίο μου φάνηκε, αλλά θα ήθελα περισσότερες πληροφορίες.

Να, πώς να το ελέγχω παραδείγματος χάριν.
Ας πούμε όταν κλαίω να λέω «σταμάτα» και να σταματάω να κλαίω. Πως λέμε στα σκυλάκια κάτσε κάτω και κάθονται συνοφρυωμένα; Κάπως έτσι.

Κοιτούσα και ξανακοιτούσα αυτά τα φουσκωμένα ρυάκια να ελίσσονται με τόση τάξη στις συμμετρικές κοιλότητες κι έλεγα δεν είναι δυνατόν!!
Αφού όλα είναι τόσο όμορφα και τακτοποιημένα εκεί μέσα, γιατί ο άνθρωπος κάνει τόσες βλακείες κι εγώ ακόμη περισσότερες;
Γιατί τόσο χάος μερικές φορές;
Πάντως μου άρεσε αυτό που είδα.
Λέω να μην αλλάξω μαγαζί .Απ τον ίδιο θα ξαναψωνίσω

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018

Μικρές ...παλιές ιστορίες




Έχω κέφια σήμερα.
Σαν να βγήκα από ανάποδο λήθαργο..ανοιξιάτικο και καλοκαιρινό μαζί.
Την ώρα που πολλοί ετοιμάζονται για την χειμερία τους νάρκη....

Σηκώθηκα, πλύθηκα, ντύθηκα έφαγα τις φετούλες μου με βούτυρο και μαρμελάδα βατόμουρο και βουρ για τσάρκες. 'Ωπου με βγάλει.

Υποχρεώσεις δεν έχω, ελεύθερη ήμουν κι είμαι πάντα γιατί όχι.

Οδηγώντας κι όχι περπατώντας αυτή τη φορά (μεγάλωσα λίγο ξέχασα να σας το πω ) στροβιλίζονταν οι σκέψεις στο μυαλό μου.

Γιατί γύρισα πίσω στην πόλη που γεννήθηκα. Τι κατά βάθος ψάχνω να βρω,

Αυτά που έχασα όταν οι άλλοι μ' άρπαξαν σαν γατί απ το σβέρκο να πάμε στα Αθήνας γιατί έτσι τους κάπνισε.

Μια εποχή που ήμουν τόσο καλά στον περιβάλλοντα χώρο μου, τους φίλους μου τα παιχνίδια μου, το κατακόκκινο γυαλιστερό ποδήλατό μου, ναι αυτό που το είχε βάλει στο μάτι ο αδελφός μου και μου το έπαιρνε ευκαιρίας δοθείσης .....και δεν είναι που το έπαιρνε είναι πως το έφερνε!!!!!!!!!!!
Και  λέω ευκαιρίας δοθείσης γιατί μόνον στο κρεββάτι μου δεν το έπαιρνα.

Μια φυγή που έμελλε ν' αλλάξει πολλά.

Αυτά θέλω να ξαναβρώ αν και γνωρίζω καλά πως τα περισσότερα υπάρχουν πια μόνον στις αναμνήσεις μου. Τις παιδικές και σχεδόν εφηβικές.

Έμενα στην οδό Κωλέττη. Στην αρχή προς το τέλος της, στο τέλος ...προς την αρχή της.

Μονοκατοικία σύμφωνα με τα πρότυπα της επαρχίας. Αυλή,πλυσταριό, αποθήκη, τουλουμπα Ω! πως με είχε εντυπωσιάσει αυτό το εργαλείο, πίσω πόρτα με μακρύ διάδρομο ανάμεσα σε παρτέρια με ολλανδικές τουλίπες και πρίμουλες και στο βάθος η αγαπημένη μου μουριά. και κυρία είσοδο μισή με σίδερο και η υπόλοιπη με κρύσταλλο που ήταν σχεδόν πάντα ραγισμένο απ τα "σουτ" των πιτσιρικάδων.
Η μουριά ήταν η καλύτερη φιλενάδα μου. Μόλις με ζόριζαν τσουπ σαν τον Μόγλη επάνω της.Κι όχι μόνη παρακαλώ παρέα με τη γάτα μου την Σίσσυ.

Τα πάντα γνώριζε η μουριά. Τα πάντα!!!!!

Δεν ξέρω πως την είχε δει η μάνα αλλά έδερνε.Χωρίς λύπηση. Μια σταλιά πράγμα κι ωέ κι αλοίμονό σου αν βρισκόσουν μπροστά της η δίπλα της όταν νευριαζε.

Χριστό δεν καταλάβαινε. Είχε όμως και τα καλά της.Πολλά καλά.


Στα παιδιά δεν αρέσουν τα περισσότερα φαγητά κι ούτε καταλαβαίνουν από πρέπει και δεν πρέπει και βιταμίνες,πρωτείνες κι άλλα τέτοια.

Η γεύση να τους ταιριάζει κι ας είναι και μακαρόνια και πατατούλες τηγανιτές μόνον.

Που ακούστηκε μικρό παιδί να πρέπει να φάει μελιτζάνες κοκκινιστές με κρέας!

Να φάει το κρέας το καταλαβαίνω,αλλά τις μελιτζάνες που μετά το βράσιμο έχουν γίνει μια ασύλληπτη μάζα από σπόρια και φλούδες υπόπικρες... δε λέει.

Σιγά το ατόπημα. Κι εγώ δεν τις έφαγα.

Άξιζα όμως ένα γερό χέρι ξύλο. Τόσο που....

Κι όταν γύρισε ο μπαμπάς μου(τότε ήταν ο μπαμπάς μου, αργότερα έγινε το τίποτα) εγώ στεκόμουν όρθια στο τραπέζι,

Με ρώτησε στην αρχή (δασκαλεμένο φυσικά) γιατί δεν έφαγα τις μελιτζάνες.
-Δεν σας αρέσουν οι μελιτζάνες δεσποινίς; (Να μην ξεχάσω να σας πω πως ήδη τους μιλούσαμε στον πλυθυντικό κατ απαίτησή τους

-Όχι, δεν μας αρέσουν. Απλά, κοφτά, κατανοητά. Χωρίς πολλά λόγια.
-Ε καλά λέει τότε ο μπαμπάκας και γιατί κλαίτε και είστε όρθια; Καθίστε δεσποινίς.

Έκλαιγα από οργή που αν δεν ήμουν μικρό παιδί ούτε που ξερω που θα είχε καταλήξει.Κι από πόνο.

Τότε ο πάνσοφος μπαμπάκας είπε.

Ξέρεις μικρή μου δεσποινίς κι εγώ όταν δεν έτρωγα το φαί μου η μαμά μου με μάλωνε.

Τίποτα απ αυτά δεν ήταν αλήθεια. Ούτε να φάνε είχανε για να μην τους αρέσει το φαγητό (πόλεμος γαρ) κι η μαμά του είχε βάψει μαύρο όλο το σπίτι της και πενθούσε τον άντρα της.

Αλλά σαν μπαμπάκας έπρεπε να κάνει το κήρυγμά του και να δικαιολογήσει την βαναυσότητα.


-Ναι αλλά σας έδειρε ποτέ τόσο πολύ που να σας φουσκώσει τον πισινό και να μην μπορείτε να κάτσετε; ε;

Απλή απάντηση, κατανοητή. Τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι απ τα παιδικά μάτια.

Αυτό το σπίτι δεν υπάρχει πια. Ούτε η μαμά ούτε ο μπαμπάκας. Ούτε καν ο αδελφός.

Ούτε και κανείς άλλος.

Ούτε μελιτζάνες τρώω.

Μέσα σε πολύ όμορφα υπάρχουν και ασχήμιες. Και αδικίες.

Έτσι για να κάνουν τη διαφορά.









Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Μικρές περιπλανήσεις





Είναι στο αίμα μου να βουτάω στα δύσκολα. Έχει τη χάρη του.

Παράκαμψη στη παράκαμψη, κάτω απ το λιοπύρι και χάθηκα στον κάμπο, με τον Χάρη αγκαλίτσα σφόδρα διαμαρτυρόμενο κι έκπληκτο.
Αλλά πως να του εξηγήσεις ότι ήταν για το καλό του.

Χρειάστηκα την βοήθεια του κοινού για να επανέλθω στον ίσιο δρόμο.
Αχ αυτοί οι ίσιοι δρόμοι!!!!!!!!!


Εν πρώτοις ην η αποθήκη. Λίγο αποθήκη λίγο κελάρι λίγο απ’όλα.
Μου θύμισε την αποθήκη που μ'έκλεισε κάποτε η μάνα μου γιατί έσπασα ένα φρέσκο αυγό στο κεφάλι της γάτας...η αιτία ήταν που δεν κράτησε τον λόγο της. Πως αλλιώς να διαμαρτυρόμουν, έξι χρονων ήμουν.
Βέβαια η μητέρα μου δεν υπολόγισε σωστά με ποιον είχε να κάνει όταν ήθελε να φύγει για το συνιθισμένο της σουαρέ κι εγώ δεν έβγαινα απ την αποθήκη αφού δεν ήταν ακόμη η ώρα που μου είχε πεί πως θα βγώ.
Τι παίζουμε τώρα. Οταν λές δέκα θα είναι δέκα. Τι πα να πει εφτά!

Κι επειδή ο λόγος είναι λόγος εκείνη το σουαρέ το έχασε κι εγώ βγήκα στις δέκα. 
Μούρλια πέρασα αλλά δεν το έμαθε ποτέ. Ξέρετε τώρα μπαούλα με ρούχα, παλιά παιχνίδια, η χαρά του παιδιού.
Έκανα τα πάντα για να με βάλει ξανά εκεί αλλά η κυρά Στέλλα δεν την πατούσε πολλές φορές.


Καλαθάκι, μπωλάκια με νερό και στραγάλια, άμμος για τις πρώτες ώρες και καλή διαμονή Χάρη.
Θα περάσεις καλά το ξέρω. Άλλωστε εδώ σε λίγο θα'ναι κλειστές όλες οι πόρτες και τα ποντίκια έμαθαν ν’ αποφεύγουν τις κακοτοπιές.

Σουρούπωνε όταν έφυγα και το κάτι τις από αέρα σκόρπιζε παντού την γνώριμη μυρωδιά του κάμπου. Την τόσο αγαπημένη σε μένα.  Την λατρεμένη.
Ένα συνονθύλευμα από φρέσκο χώμα, καπνό από φωτιά σβυσμένη και βρεγμένο τριφύλλι.
Την ευωδιά της πραγματικής ζωής των ανθρώπων κι όχι των δηθενάδων και των πουθενατζήδων.

Η γιαγιά η Στέλλα που τόσο ήθελε τον Χάρη έστεκε εκεί και τα μάτια της χαμογελούσαν.
Για ένα γατί!
Έχετε δει χαμογελαστά μάτια; Είναι σπάνια. Χάνετε αν δεν έχετε δει.
Της είπα μονάχα:
-Να του μιλάτε και ξέρει και το σφύριγμα.
-Εμ  θα του μιλάμε δεν θα του μιλάμε……….

Θεά η γιαγιά!!!!!!!!!!!!
Μου ίσιωσε την ψυχή. (Αυτό το ίσιο!).

Δεν ξέρω πόσα θα ξέρει από Ελύτη, Σεφέρη, Wagner, Chopin, Πικάσσο...
Το πιο πιθανό τίποτα απ όλα αυτά.
Στα μάτια της εγώ είδα όλα όσα έπρεπε να δω.

Την αλήθεια.



Μου έδωσε λίγα αυγουλάκια, πραγματικά αυγά της ώρας και  τυρί φρέσκο.
Γκουρμεδιά απ τις λίγες.

Ξανά μανά παράκαμψη στην παράκαμψη κι επιστροφή στα πιο ψηλά.


Ξέχασα να σας πω για τον από μηχανής Θεό. Τον λατρεύω!!!!!!!
Δεν πειράχτηκα καθόλου, αλήθεια λέω.

Ταραχεύτηκα μια στιγμή αλλά πάει πέρασε,
Υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα.

Βέβαια το μεγάλο μου ελάττωμα είναι πως δεν συγχωρώ.
Ο μικρός θα ταραχευτεί πολύ όταν εγώ αρχίσω κι όταν τελειώσω θα έχει ισοπεδωθεί.

Έτσι έχουν τα πράγματα.