Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018



Άργησα λίγο.....

Ξέρω πως περιμένατε νωρίτερα νέα μου.... αντιδράσεις μου...

Το καλό πράγμα αργεί.

Κι όσο ψήνεται το λουκανικάκι μου που θα κάνει παρεϊτσα σ'ένα σπέσιαλ τσιπουράκι, είπα να σας γράψω δυο λόγια.

Ναι,σαφώς και στενοχωρήθηκα, προσβλήθηκα κι όλα τα συναφή. Πολύ λογικό για έναν άνθρωπο με συναισθήματα. Για άλλους είναι παράλογο.

Και ανησύχησα!!!! Δεν σας πάει  καθόλου το νέο λουκ.

Χαστούκι ηχηρό με τον πρωϊνό καφέ, απ' αυτά που αντιπαθώ.

Στην πορεία της μέρας κι όσο ο ήλιος ανέβαινε ψηλά, είδα πως έκανα λάθος.

Μεγάλο λάθος.

Και ποιός έχει τα μούτρα για τέτοια. Πως με τι θάρρος. Και τι θα είχαμε να πούμε. Τίποτα απολύτως, η τέλεια σιωπή.

Το θαύμα κρατάει τρεις μέρες. 'Ετσι και τούτο , πέρασε πια στην αιωνιότητα της ανυπαρξίας με μεγάλες διαπιστώσεις. Δεν έχει σημασία να τις διατυπώσω.

Υπήρχε ένας απλός τρόπος ν'απαλλαγώ. Και πως δεν το είχα σκεφτεί!

Μπορείτε να ακούτε τα τραγουδάκια μου, τα ποιηματάκια μου όλα όσα που τόσο πολύ κοπιάζετε και τόσο χρόνο σπαταλάτε...

Εγώ δεν θα βλέπω πλέον τι λέτε, τι απαντάτε.....

Μεγάλο όρκο έδωσα και θα τον κρατήσω.

Υ.Γ
Είμαι καλά το αυτό επιθυμώ και δι εσάς.




Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018

Περί ονείρων





Την άποψή μου για τον Νοέμβριο σας την έχω ξανά πει.

Παλιομήνας.  Σαν αλάνι βρώμικο στην ψυχή και ξεδιάντροπο ένα πράμα…..
Λίγο του έμεινε ακόμη, αλλά πολλά μπορεί να κάνει.

Σαν κάτι ανθρωπάκια  που δεν έχουν μπέσα. Καλημέρα σου λένε και «α στα διάλα» εννοούν.

Εμείς υπομονή κάνουμε και θα κάνουμε.
Για άλλους μήνες πιο καλόβολους έστω και με τα νάζια τους.

Υπομονή θα κάνουμε και τ’ αστέρια θα κοιτάμε όταν θα ξεμυτούν, και τον ήλιο σαν τις γάτες καταχείμωνα θ’απολαμβάνουμε…

Και βόλτες θα πηγαίνουμε σε μέρη ήσυχα και τους ψιθύρους της φύσης θ’ ακούμε να μας λένε τα δικά τους..

Τις νύχτες θα ονειρευόμαστε και τα πρωϊνά θα βλαστημούμε που ξυπνήσαμε και χάσαμε την ομορφιά του ονείρου ή θα λέμε ευτυχώς που ξυπνήσαμε και τέλειωσε ο Εφιάλτης.

Όρεξη να χουμε…

Και τις κακοτοπιές ν’ αποφεύγουμε!

μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
με την τρικυμία, θα ζαλιστείς.

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018

Διαπιστώσεις....



Θυμάστε τον λόφο που άλλαζε χρώματα;

Τον θαύμαζα σήμερα, εκ του μακρόθεν. Έτσι μόνον μπορώ να δω τις αλλαγές του.
Από κοντά, αδύνατον.

Ήταν σκούρος σήμερα παρά τις απεγνωσμένες του προσπάθειες να χαμογελάσει, παρά τα όσα μελίσσια του βάλανε για παρέα, ξανά, στις πλαγιές του.

Μου φάνηκε, πως σχεδόν έκλαιγε…μου φάνηκε λέω.

Ήταν και μουσκεμένος. Ως το κόκκαλο!
Κάποιες πλαγιές του ήταν ολόγιομες με φύλλα πολύχρωμα με χρώμα χρυσοκίτρινο. Αυτό το χρώμα που παίρνουν τα φύλλα των δέντρων λίγο πριν χαθούν για πάντα.
Κάποιες άλλες ολόγυμνες. Το χώμα μαύρο σχεδόν, φρεσκοοργωμένο.

Τίποτα δεν είναι ίδιο πιά.

Εκτεθειμένος πλέον σε ανέμους, καταιγίδες και χιονιάδες.
Άδειος από ζωή, έστω κι αν κάποιες απ αυτές ανασαίνουν μέσα του περιμένοντας ξανά σινιάλο για να ξυπνήσουν.

Βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή…

Τούτη την εποχή κάθε πρωϊ γίνεται άφαντος. Χέρι μαγικό τον ντύνει μ’ αόρατο πέπλο και τον κρύβει από ματιές αδιάκριτες.
Σαν να ντρέπεται…

Δεν αντέχει όμως κρυμμένος και με τις πρώτες ζεστές αχτίδες ενός ράθυμου χειμωνιάτικου ήλιο εμφανίζεται καμαρωτός καμαρωτός.

Και μοιάζει τόσο κοντινός μερικές φορές. Τόσο κοντινός που νομίζεις πώς να έτσι θα κάνεις με το χέρι σου και θα τον αγγίξεις.
Κι όσο απλώνεται το χέρι σου τόσο απομακρύνεται.

Δεν έχει και πολύ άδικο. 
Το από κοντά, αποκαλύπτει και τις ατέλειες. Νομοτελειακά.
Μονοπάτια δύσβατα κι απόμερα, κρυμμένα ποταμάκια, θολά σταυροδρόμια.
Απ αυτά που θα θελες να μην είχες βρεθεί ποτέ.…

Ο λόφος που αλλάζει χρώματα, είναι όμορφος. Και πολύ γοητευτικός.
Όμως δεν είναι απ’ τους λόφους που εμένα θα μου μείνει στην καρδιά.
Είναι απ’ τους λόφους που ξεχνιέται.

Άλλοι  λόφοι  μένουν για μέσα σ’ όλο σου το είναι.

Φύγε! Εσέ σου πρέπει στέρεα γη
Ήρθες να με δεις κι όμως δε μ’ είδες
έχω απ’ τα μεσάνυχτα πνιγεί
χίλια μίλια πέρ’ απ’ τις Εβρίδες

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018

Μέρες ανήλιαγες




Υπάρχουν κάποιες μέρες που θα ήθελες ολόψυχα να μην έχουν ξημερώσει ποτέ.

Ποτέ.

Το χειρότερο είναι ότι και να θες δεν μπορείς να τις ξεχάσεις. Σαν τα αρχέγονα κύτταρα που δεν ξεχνούν ποτέ…

Είναι αυτές οι μέρες που ο ήλιος ξεχνιέται αλλού.

Τον Νοέμβριο μήνα δεν τον συμπάθησα ποτέ. Δεν μ’ αρέσει το όνομά του, είναι υγρός αν και φαινομενικά ζεστός πολλές φορές και ύπουλα κρύος.
Το ήξερε ότι δεν τρέφω καλά συναισθήματα απέναντί του. Και μ’ εκδικήθηκε με όλη τη δύναμή του.

Θυμάμαι μια βραδιά σαν την αποψινή, πεσμένη κατάχαμα στο χαλί..Ο ουρανός σειόταν από βροντές κι οι αστραπές τον χώριζαν στα δύο κι άφηναν να φανεί το χάος.
Ήταν μια καταιγίδα ξαφνική που τίποτα δεν την προμήνυε.

Την θεώρησα σημαδιακή. Κάτι θα γινόταν εκείνο το βράδυ.
Δεν ήταν μια απλή καταιγίδα. Ήταν συνοδευτική συμφωνία μιας ψυχής που άφηνε τούτον τον κόσμο για έναν άλλον αν υπάρχει. Ας πούμε ότι υπάρχει έτσι για να παρηγορηθούμε.

Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
Δεν ήταν μόνο η καταιγίδα. Ήταν και το σφίξιμο στην καρδιά και το τρέμουλο όλου του σώματος που ένιωθα.

Ήταν τέσσερις και μισή τα ξημερώματα. Περίπου όπως και τώρα.
Τότε ακριβώς ήταν που ένιωσα τον παντοτεινό κι αλγεινό αποχωρισμό.
Ίσως και ν’ ανέπνεε ακόμη ίσως το μόνιτορ να έδειχνε σημάδια ζωής αλλά είχε φύγει.

Ανεπιστρεπτί.

Διαμαρτυρόμενος μαζί με τις βροντές και τις αστραπές. Ήταν απ’ τους λίγους που γνώριζα που δεν ήθελε κι ούτε πίστεψε πως θα φύγει.

Εκείνη την βραδιά ένιωσα το «πάγωμα ψυχής». Ένα πελώριο κύμα ψύχους με πλημμύρισε.
Κατέκλυσε κάθε κύτταρό μου και το παρέλυσε.

Από τότε, κάθε βράδυ μα κάθε βράδυ την ίδια ακριβώς ώρα ανοίγω τα μάτια μου. Δίπλα μου το ρολόϊ δείχνει τέσσερις και μισή.
Κάθε φορά λέω, δεν είναι δυνατόν να έφυγε, μα στα πρώτα δύο επόμενα λεπτά η πραγματικότητα επιβεβαιώνεται.
Κάθε βράδυ και κάθε πρωϊ.

Ξέρω πως θα ζήσω μ’ αυτό. Ευτυχώς όχι για πολύ γιατί κι εγώ μεγαλώνω κι όλα είναι πιθανά.
Ξέρω πως μου χει θυμώσει. Του είπα ψέματα πως δεν θα πεθάνει ποτέ…
Και για κάποια άλλα….

Κι αν υπάρχει άλλη ζωή, που δεν θέλω, δεν με σώζει τίποτα όταν τον συναντήσω.

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018

Ένα τσιγάρο δρόμος



Είχα λίγο πιεστεί, είχα δουλίτσα, είχε και ήλιο κατάλαμπρο κι είπα να το τολμήσω.

Τρίκαλα αγάπη μου.

Στενός και ανάμεσα σε συστάδες πανύψηλων λευκών, ο δρόμος, μια ευθεία γραμμή, γεμάτη αναμνήσεις.

Όταν ήμουν μικρή, Κυριακή σήμαινε και Τρίκαλα και γλυκό στο Αχίλλειο με θέα το ποτάμι.

Τον Ηλίθιο που λέγαμε μικρά. Τι μικρά δηλαδή, χρειάστηκε να μεγαλώσουμε πολύ για να καταλάβουμε ότι δεν το έλεγαν έτσι το ποταμάκι.

Μια πλάκα των μεγάλων που τη δέσαμε σαν κατσίκα στο χωράφι....

Τότε ή Τρίκαλα  η Παρίσι το ίδιο μου φαίνονταν.

Έφταιγε κι ο Σαράφης βλέπεις, όταν το ραδιόφωνο απ το πρωϊ ως το βράδυ έλεγε, "Σαράφης στο Λονδίνο, Σαράφης στο Παρίσι, Σαράφης ΚΑΙ στα Τρίκαλα"

Α χα χα !!!!!!

Έφτασα γρήγορα αργά το μεσημεράκι. Τότε που βγαίνουν οι ζεστές τοπικές χορτόπιτες και σου γαργαλάνε τα ρουθούνια...
Δεν γινόταν να μην γευτώ μία...Respect!

Respect και στο λούνγκο εσπρεσσάκι.

Έκανα την δουλίτσα μου, τίποτα το ιδιαίτερο και ξαφνικά μ' έπιασαν οι αναμνήσεις...κάποιες απ το δεξί χέρι και κάποιες απ τ' αριστερό και τραβολογούσαν πέρα δώθε.

Κατάλαβα πως ήταν ώρα να φύγω, γιατί  "κανείς δεν ήταν πια εκεί". Κι εκεί.

Είχα περάσει στην άλλη μεριά της πόλης. Απ την απέναντι μεριά του ποταμού.

Ξαναπέρασα το γεφύρι με το κεφάλι σκυφτό. Δεν ήθελα να το κοιτάξω.

Αλλά δεν άντεξα.

'Ερριξα το βλέμμα μου στο νερό. Έκανε κρακ η καρδιά μου.

Μυριάδες σκέψεις σηκώθηκαν απ το νερό σαν πουλιά και φτερούγιζαν δίπλα μου.

Ένα μόνο επιθυμούσα.

Αυτό που ήταν αδύνατον!






Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2018

Πόρτες σφαλιστές




Ο γάμος είναι ένα πιθάρι γεμάτο ξύδι και μέλι. Έτσι έλεγε η μάνα μου.
Το μέλι είναι απ τη μέση και πάνω και το ξύδι απ τη μέση και κάτω. Η φυσική κι η χημεία δεν το θέλουν έτσι η ζωή όμως το θέλει.

Έτσι λοιπόν όσοι παντρεύονται αρχίζουν και τρώνε πρώτα το γλυκό μέλι και χωρίς να το καταλάβουν αρχίζουν σιγά σιγά να φθάνουν στον ξύδι…
Έρχονται και τα παιδιά κι εκεί όλοι –οι περισσότεροι δηλαδή- διαπιστώνουν πως οι προτεραιότητές τους άλλαξαν. Πάνω απ’όλα τα παιδιά!

Αμ δε!

Φιλαράκια μου παρ’ότι με γνωρίζετε από μέσα κι απ΄έξω υπάρχουν μπόλικα που δεν ξέρετε.

Σας έχω πει πως από πολύ μικρή δεν πιστεύω σε πολλά, παρά μονάχα στον εαυτό μου;
Δικαιώθηκα πάρα πολλές φορές όχι πως έχει και μεγάλη σημασία. Και το μόνο που νιώθω είναι ένα πικρό χαμόγελο.Γιατί θα ήθελα να ήταν αλλιώς.

Στην εποχή του ξυδιού λοιπόν, οι δικοί μου έχοντας ήδη δυο παιδιά, κι έχοντας χάσει δια παντός πια την γλυκειά γεύση του μελιού, μάλωναν διαρκώς. Τι μάλωναν δηλαδή, σκοτώνονταν για την ακρίβεια.
Ομηρικοί καυγάδες.

Κάποιο βράδυ η μητέρα μου έλειπε απ το σπίτι. Εγώ την γύρευα, την ήθελα. Φοβόμουν και τον νταή που είχα για πατέρα…και στην δική της αγκαλιά θα ήταν πιο σίγουρα και ζεστά.
Έπρεπε να την βρω. 
Ήμουν αρκετά μικρή έξι το πολύ επτά χρονών.
Πήγα στα σπίτια κανα δυο φιλενάδων της και δεν ήταν εκεί. Πλέον ήμουν πεπεισμένη που θα την βρω και βουρ για κει.
Από την σιδερένια πόρτα με το κρύσταλο φαίνονταν  φως και σιλουέτες ανθρώπων.
Σηκώθηκα στις μύτες των ποδιών και χτύπησα το κουδούνι. Τίποτα, άχνα. Προσεβλήθην πολύ, αφού ήταν μέσα γιατί δεν μου άνοιγαν!
Πονήρω εγώ είπα να πάω απ την πίσω πόρτα, αυτή που δρασκελούσα σχεδόν καθημερινά για να παίξω κούκλες με τα δυο αγόρια της φίλης της μαμάς μου και στη συνέχεια στρατιωτάκια για  να είμαστε και δίκαιοι.

Διπλαμπαρωμένη κι αυτή.

Θύμωσα, τα πήρα που λένε και σήμερα.Ξαναγύρισα στην κυρία είσοδο και κόλλησα απλά το δαχτυλάκι μου στο κουδούνι. Αν ήθελαν ας μην άνοιγαν…. (Σας έχω πει φαντάζομαι για το πείσμα μου).
Θέλοντας αλλά κυρίως μη θέλοντας άνοιξαν και είπα πως ψάχνω τη μαμά μου και τη θέλω. Κι ενώ άκουγα τη φωνή της και λαχταρούσα να πέσω στην αγκαλιά της, άκουσα την κυρία Μαρσώ να μου λέει πως δεν είναι εκεί και να φύγω να πάω σπίτι μου….και μού' κλεισε την πόρτα κατάμουτρα.
Με κρεμασμένο το χέρι στο μπρούτζινο χερούλι, σχεδόν σωριάστηκα κι άρχισα να κλαίω. Πολύ πικρά δάκρυα ανέβλυζαν απ’ τα μάτια μου κι ακόμη πικρότερα απ την ψυχή μου.
Έφυγα, φοβόμουν και το σκοτάδι γιατί τότε έβγαινε ο μούμος! Δεν είχε κανένα νόημα πια.
Ακόμη βγαίνει αλλά δεν τον φοβάμαι πια.

Πέρασαν λίγες μέρες και μη βρίσκοντας ικανοποίηση στα όσα έκανε η «μητέρα» μου είπε χαιρέκακα.
Σε άκουγα που έκλαιγες σαν σκυλάκι έξω απ την πόρτα αλλά δεν βγήκα για να μάθεις…
Μάλιστα. Να μάθω τι! Πως με άλλον τα είχες αλλού ξέσπασες;

Το έμαθα. Άπαξ διαπαντός.

Έμαθα κι άλλα εκείνο το βράδυ. Πως δεν υπάρχει η λεγόμενη μητρική αγάπη. Κουραφέξαλα είναι αυτά. Θέμα ανθρώπου και ψυχικού κόσμου είναι. Το διαπίστωσα κι αργότερα αυτό.

Έμαθα να μην πιστεύω σε κανέναν και κυρίως δεν μπορούσα να πιστέψω αν μ’ αγαπάει κάποιος. Δεν πα να μου το΄ λεγε χίλιες φορές!
Μέσα μου χτυπούσαν καμπανάκια και μου έλεγαν, μην πιστεύεις τίποτα.

Το κακό είχε γίνει. Η εικόνα της μητέρας είχε θολώσει για πάντα και μαζί της πολλά άλλα.
Πέρασαν πάρα πολλά χρόνια. Πέρασα και ξαναπέρασα απ αυτή την πόρτα.
Ακόμη σφαλισμένη είναι.
Σαν να την καταράστηκαν…..

Παρ όλα αυτά εγώ πιστεύω στην αγάπη και σε πολλά άλλα. Την αγάπη κι αυτά που νιώθω εγώ όμως.

Των άλλων θα είναι πάντα θολά ευάλωτα στο στο παραμικρό αεράκι...

Γιατί τα γράφω; 
Για να  μην τα ξεχάσω εγώ και μόνον.







Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Στο χάος του μυαλού μας



Βροχή, ομίχλη, κρύο (καιρός για δύο), πόρτες κλειστές, παράθυρα μισάνοικτα, καφές ζεστός, λικεράκι με της δικαιολογία της δοκιμής…
Ρόδια που κατακόκκινα κιόλας αναδεικνύουν περήφανα την ομορφιά τους, γιατί όχι άλλωστε!
Πιο κει κυδώνια κατακίτρινα με το απαλό τους χνούδι για προστασία περιμένουν να γίνουν ένα απ τα ωραιότερα γλυκά της Ελλάδας μας παρέα με μυγδαλάκια ξασπρισμένα κι αρμπαρόριζα.

Ο ήλιος, ο ήλιος μου ο κατάδικός μου ….πεισμωμένος χάθηκε.
Αλλά δεν θ’ αντέξει πολύ κρυμμένος. Θα βγει περίτρανος ξανά.

Τέτοιες μέρες εκτός από μια μικρή καταθλιψούλα που σου προκαλεί το τέλος του καλοκαιριού έχουν και τα καλά τους.

Από δωμάτιο σε δωμάτιο όλο και κάτι θα βρεις.
Ας πούμε ένα τενεκεδένιο κουτί γεμάτο ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Ιδιαίτερες, πολύ ιδιαίτερες όμως που ποτέ ως τώρα δεν του έδωσα την απαραίτητη σημασία….

Κοιτάζοντάς τες λοιπόν συνταράχτηκα σχεδόν…
Οι εικόνες άλλαξαν μορφή κι έβλεπα μόνον το είναι μου.
Παντού.
Είδα αυτό που όλοι φοβόμαστε να δούμε.
Τα σκοτεινά μονοπάτια του μυαλού μας....
Αυτά τα δαιδαλώδη μονοπάτια φαιάς ουσίας, απ όπου όλα ξεκινούν κι όλα τελειώνουν.
Κοίταζα, ξανά κοίταζα και προσπαθούσα να καταλάβω που ακριβώς κρύβεται το κάθε συναίσθημα.
Οι αισθήσεις μάθαμε, καιρό τώρα.
Ας πούμε η αγάπη που ακριβώς βρίσκεται; Ποιο νεύρο την ξεσηκώνει κι ησυχία δεν έχει μετά. Και μπορεί να καθορίσει και την ίδια σου τη ζωή, καταπατώντας πολλά άλλα μονοπάτια αυτής της φαιάς ουσίας. Της λογικής ας πουμε.

Κι η λογική τι είναι; Γιατί κάποιοι έχουν και κάποιοι άλλου όχι, αφού φαιά ουσία έχουμε όλοι.
To IQ πάλι; Πολύ σημαντικό πράγμα το IQ απ’ ότι έχω καταλάβει. Να κάθεται στο δεξιό ή αριστερό ημισφαίριο…
Κοιτούσα και ξανακοιτούσα αυτές τις περίεργες φωτογραφίες κι άκρη δεν έβγαλα.
Στο κάτω κάτω είναι το είναι μου όλο. Πρέπει να ξέρω.
Ωραίο μου φάνηκε, αλλά θα ήθελα περισσότερες πληροφορίες.

Να, πώς να το ελέγχω παραδείγματος χάριν.
Ας πούμε όταν κλαίω να λέω «σταμάτα» και να σταματάω να κλαίω. Πως λέμε στα σκυλάκια κάτσε κάτω και κάθονται συνοφρυωμένα; Κάπως έτσι.

Κοιτούσα και ξανακοιτούσα αυτά τα φουσκωμένα ρυάκια να ελίσσονται με τόση τάξη στις συμμετρικές κοιλότητες κι έλεγα δεν είναι δυνατόν!!
Αφού όλα είναι τόσο όμορφα και τακτοποιημένα εκεί μέσα, γιατί ο άνθρωπος κάνει τόσες βλακείες κι εγώ ακόμη περισσότερες;
Γιατί τόσο χάος μερικές φορές;
Πάντως μου άρεσε αυτό που είδα.
Λέω να μην αλλάξω μαγαζί .Απ τον ίδιο θα ξαναψωνίσω

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018

Μικρές ...παλιές ιστορίες




Έχω κέφια σήμερα.
Σαν να βγήκα από ανάποδο λήθαργο..ανοιξιάτικο και καλοκαιρινό μαζί.
Την ώρα που πολλοί ετοιμάζονται για την χειμερία τους νάρκη....

Σηκώθηκα, πλύθηκα, ντύθηκα έφαγα τις φετούλες μου με βούτυρο και μαρμελάδα βατόμουρο και βουρ για τσάρκες. 'Ωπου με βγάλει.

Υποχρεώσεις δεν έχω, ελεύθερη ήμουν κι είμαι πάντα γιατί όχι.

Οδηγώντας κι όχι περπατώντας αυτή τη φορά (μεγάλωσα λίγο ξέχασα να σας το πω ) στροβιλίζονταν οι σκέψεις στο μυαλό μου.

Γιατί γύρισα πίσω στην πόλη που γεννήθηκα. Τι κατά βάθος ψάχνω να βρω,

Αυτά που έχασα όταν οι άλλοι μ' άρπαξαν σαν γατί απ το σβέρκο να πάμε στα Αθήνας γιατί έτσι τους κάπνισε.

Μια εποχή που ήμουν τόσο καλά στον περιβάλλοντα χώρο μου, τους φίλους μου τα παιχνίδια μου, το κατακόκκινο γυαλιστερό ποδήλατό μου, ναι αυτό που το είχε βάλει στο μάτι ο αδελφός μου και μου το έπαιρνε ευκαιρίας δοθείσης .....και δεν είναι που το έπαιρνε είναι πως το έφερνε!!!!!!!!!!!
Και  λέω ευκαιρίας δοθείσης γιατί μόνον στο κρεββάτι μου δεν το έπαιρνα.

Μια φυγή που έμελλε ν' αλλάξει πολλά.

Αυτά θέλω να ξαναβρώ αν και γνωρίζω καλά πως τα περισσότερα υπάρχουν πια μόνον στις αναμνήσεις μου. Τις παιδικές και σχεδόν εφηβικές.

Έμενα στην οδό Κωλέττη. Στην αρχή προς το τέλος της, στο τέλος ...προς την αρχή της.

Μονοκατοικία σύμφωνα με τα πρότυπα της επαρχίας. Αυλή,πλυσταριό, αποθήκη, τουλουμπα Ω! πως με είχε εντυπωσιάσει αυτό το εργαλείο, πίσω πόρτα με μακρύ διάδρομο ανάμεσα σε παρτέρια με ολλανδικές τουλίπες και πρίμουλες και στο βάθος η αγαπημένη μου μουριά. και κυρία είσοδο μισή με σίδερο και η υπόλοιπη με κρύσταλλο που ήταν σχεδόν πάντα ραγισμένο απ τα "σουτ" των πιτσιρικάδων.
Η μουριά ήταν η καλύτερη φιλενάδα μου. Μόλις με ζόριζαν τσουπ σαν τον Μόγλη επάνω της.Κι όχι μόνη παρακαλώ παρέα με τη γάτα μου την Σίσσυ.

Τα πάντα γνώριζε η μουριά. Τα πάντα!!!!!

Δεν ξέρω πως την είχε δει η μάνα αλλά έδερνε.Χωρίς λύπηση. Μια σταλιά πράγμα κι ωέ κι αλοίμονό σου αν βρισκόσουν μπροστά της η δίπλα της όταν νευριαζε.

Χριστό δεν καταλάβαινε. Είχε όμως και τα καλά της.Πολλά καλά.


Στα παιδιά δεν αρέσουν τα περισσότερα φαγητά κι ούτε καταλαβαίνουν από πρέπει και δεν πρέπει και βιταμίνες,πρωτείνες κι άλλα τέτοια.

Η γεύση να τους ταιριάζει κι ας είναι και μακαρόνια και πατατούλες τηγανιτές μόνον.

Που ακούστηκε μικρό παιδί να πρέπει να φάει μελιτζάνες κοκκινιστές με κρέας!

Να φάει το κρέας το καταλαβαίνω,αλλά τις μελιτζάνες που μετά το βράσιμο έχουν γίνει μια ασύλληπτη μάζα από σπόρια και φλούδες υπόπικρες... δε λέει.

Σιγά το ατόπημα. Κι εγώ δεν τις έφαγα.

Άξιζα όμως ένα γερό χέρι ξύλο. Τόσο που....

Κι όταν γύρισε ο μπαμπάς μου(τότε ήταν ο μπαμπάς μου, αργότερα έγινε το τίποτα) εγώ στεκόμουν όρθια στο τραπέζι,

Με ρώτησε στην αρχή (δασκαλεμένο φυσικά) γιατί δεν έφαγα τις μελιτζάνες.
-Δεν σας αρέσουν οι μελιτζάνες δεσποινίς; (Να μην ξεχάσω να σας πω πως ήδη τους μιλούσαμε στον πλυθυντικό κατ απαίτησή τους

-Όχι, δεν μας αρέσουν. Απλά, κοφτά, κατανοητά. Χωρίς πολλά λόγια.
-Ε καλά λέει τότε ο μπαμπάκας και γιατί κλαίτε και είστε όρθια; Καθίστε δεσποινίς.

Έκλαιγα από οργή που αν δεν ήμουν μικρό παιδί ούτε που ξερω που θα είχε καταλήξει.Κι από πόνο.

Τότε ο πάνσοφος μπαμπάκας είπε.

Ξέρεις μικρή μου δεσποινίς κι εγώ όταν δεν έτρωγα το φαί μου η μαμά μου με μάλωνε.

Τίποτα απ αυτά δεν ήταν αλήθεια. Ούτε να φάνε είχανε για να μην τους αρέσει το φαγητό (πόλεμος γαρ) κι η μαμά του είχε βάψει μαύρο όλο το σπίτι της και πενθούσε τον άντρα της.

Αλλά σαν μπαμπάκας έπρεπε να κάνει το κήρυγμά του και να δικαιολογήσει την βαναυσότητα.


-Ναι αλλά σας έδειρε ποτέ τόσο πολύ που να σας φουσκώσει τον πισινό και να μην μπορείτε να κάτσετε; ε;

Απλή απάντηση, κατανοητή. Τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι απ τα παιδικά μάτια.

Αυτό το σπίτι δεν υπάρχει πια. Ούτε η μαμά ούτε ο μπαμπάκας. Ούτε καν ο αδελφός.

Ούτε και κανείς άλλος.

Ούτε μελιτζάνες τρώω.

Μέσα σε πολύ όμορφα υπάρχουν και ασχήμιες. Και αδικίες.

Έτσι για να κάνουν τη διαφορά.









Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Μικρές περιπλανήσεις





Είναι στο αίμα μου να βουτάω στα δύσκολα. Έχει τη χάρη του.

Παράκαμψη στη παράκαμψη, κάτω απ το λιοπύρι και χάθηκα στον κάμπο, με τον Χάρη αγκαλίτσα σφόδρα διαμαρτυρόμενο κι έκπληκτο.
Αλλά πως να του εξηγήσεις ότι ήταν για το καλό του.

Χρειάστηκα την βοήθεια του κοινού για να επανέλθω στον ίσιο δρόμο.
Αχ αυτοί οι ίσιοι δρόμοι!!!!!!!!!


Εν πρώτοις ην η αποθήκη. Λίγο αποθήκη λίγο κελάρι λίγο απ’όλα.
Μου θύμισε την αποθήκη που μ'έκλεισε κάποτε η μάνα μου γιατί έσπασα ένα φρέσκο αυγό στο κεφάλι της γάτας...η αιτία ήταν που δεν κράτησε τον λόγο της. Πως αλλιώς να διαμαρτυρόμουν, έξι χρονων ήμουν.
Βέβαια η μητέρα μου δεν υπολόγισε σωστά με ποιον είχε να κάνει όταν ήθελε να φύγει για το συνιθισμένο της σουαρέ κι εγώ δεν έβγαινα απ την αποθήκη αφού δεν ήταν ακόμη η ώρα που μου είχε πεί πως θα βγώ.
Τι παίζουμε τώρα. Οταν λές δέκα θα είναι δέκα. Τι πα να πει εφτά!

Κι επειδή ο λόγος είναι λόγος εκείνη το σουαρέ το έχασε κι εγώ βγήκα στις δέκα. 
Μούρλια πέρασα αλλά δεν το έμαθε ποτέ. Ξέρετε τώρα μπαούλα με ρούχα, παλιά παιχνίδια, η χαρά του παιδιού.
Έκανα τα πάντα για να με βάλει ξανά εκεί αλλά η κυρά Στέλλα δεν την πατούσε πολλές φορές.


Καλαθάκι, μπωλάκια με νερό και στραγάλια, άμμος για τις πρώτες ώρες και καλή διαμονή Χάρη.
Θα περάσεις καλά το ξέρω. Άλλωστε εδώ σε λίγο θα'ναι κλειστές όλες οι πόρτες και τα ποντίκια έμαθαν ν’ αποφεύγουν τις κακοτοπιές.

Σουρούπωνε όταν έφυγα και το κάτι τις από αέρα σκόρπιζε παντού την γνώριμη μυρωδιά του κάμπου. Την τόσο αγαπημένη σε μένα.  Την λατρεμένη.
Ένα συνονθύλευμα από φρέσκο χώμα, καπνό από φωτιά σβυσμένη και βρεγμένο τριφύλλι.
Την ευωδιά της πραγματικής ζωής των ανθρώπων κι όχι των δηθενάδων και των πουθενατζήδων.

Η γιαγιά η Στέλλα που τόσο ήθελε τον Χάρη έστεκε εκεί και τα μάτια της χαμογελούσαν.
Για ένα γατί!
Έχετε δει χαμογελαστά μάτια; Είναι σπάνια. Χάνετε αν δεν έχετε δει.
Της είπα μονάχα:
-Να του μιλάτε και ξέρει και το σφύριγμα.
-Εμ  θα του μιλάμε δεν θα του μιλάμε……….

Θεά η γιαγιά!!!!!!!!!!!!
Μου ίσιωσε την ψυχή. (Αυτό το ίσιο!).

Δεν ξέρω πόσα θα ξέρει από Ελύτη, Σεφέρη, Wagner, Chopin, Πικάσσο...
Το πιο πιθανό τίποτα απ όλα αυτά.
Στα μάτια της εγώ είδα όλα όσα έπρεπε να δω.

Την αλήθεια.



Μου έδωσε λίγα αυγουλάκια, πραγματικά αυγά της ώρας και  τυρί φρέσκο.
Γκουρμεδιά απ τις λίγες.

Ξανά μανά παράκαμψη στην παράκαμψη κι επιστροφή στα πιο ψηλά.


Ξέχασα να σας πω για τον από μηχανής Θεό. Τον λατρεύω!!!!!!!
Δεν πειράχτηκα καθόλου, αλήθεια λέω.

Ταραχεύτηκα μια στιγμή αλλά πάει πέρασε,
Υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα.

Βέβαια το μεγάλο μου ελάττωμα είναι πως δεν συγχωρώ.
Ο μικρός θα ταραχευτεί πολύ όταν εγώ αρχίσω κι όταν τελειώσω θα έχει ισοπεδωθεί.

Έτσι έχουν τα πράγματα.



Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018

Μικρές αποδράσεις



Μικρούτσικες. Τόσο δα! 
Ικανές όμως να σου ανεβάσουν στα ύψη τους παλμούς. 
Πήγα σε τόπο αγαπημένο, λατρεμένο. 
Ήξερα ότι δεν θα βρω και πολλά, δηλαδή τι πολλά, τίποτα και κανέναν είναι η αλήθεια. 

Όμως η διαδρομή έχει την αξία και τώρα έχει διπλή αξία. 
Ένιωθα έναν πόνο γλυκόπικρο.. προς το πικρό περισσότερο. Αν μπορεί βέβαια ποτέ ο πόνος να είναι γλυκός.

 Κι όσο προχωρούσα με τα παράθυρα ανοιχτά τόσο το μπούρου μπούρου του αέρα μου παιρνε το μυαλό. 
 Και ξέρεις αν μου πάρεις εμένα το μυαλό άντε να το μαζέψω μετά. 
Άτι ατίθασο σε αλάνες καταπράσσινες…. 

Και σκεφτόμουν και θυμόμουν κι αναρωτιόμουν. Κι απάντηση δεν έπαιρνα. Κι όσο το υψόμετρο ανέβαινε τόσο ζαλιζόμουν απ τον καθαρό και φρέσκο αέρα και θόλωναν τα μάτια μου. Τα προκαλεί αυτά το υψόμετρο αν δεν το ξέρετε. 

Βρήκα κάτι φιλαράκια , πήγα και κανα δυο επισκέψεις, αλλά δεν…. 
Κάτι άλλο έψαχνα και δεν ήταν πουθενά. 

Νύχτωσε για τα καλά όταν έφυγα. Κι αν δεν το ξέρετε σας λέω πως το σκοτάδι σε κάποια μέρη είναι βαθύ. Ατόφιο. Αλλά τα’ αστέρια είναι τόσο κοντά που έτσι κάνει κι αρπάζεις όσα θες με τη χούφτα σου. 

Στο βαθύ σκοτάδι πετούν κι οι πυγολαμπίδες. Αυτά τα μαγικά ζωάκια των παιδικών σου ονείρων που σου τα γκρέμισαν κάποιοι λέγοντάς σου πως οι πυγολαμπίδες είναι μύγες. Ακούς εκεί μύγες οι πυγολαμπίδες!!!! 

Τεσπα, και μύγες να’ναι εμένα μου αρέσουν ακόμη και τα βρίσκω μαγικά ζωάκια. Γιατί ποιος άλλος φέγγει στο σκοτάδι και στην ψυχή την παιδική. 

Σε μια απ τις καλές εκείνες στροφούλες είδα και την αγαπημένη πανέμορφη αλεπού. Αγόρι, κορίτσι θα σας γελάσω. Ελπίζω να ξέρει να προστατευτεί και να μην την τρώει η περιέργεια και βγαίνει στους δρόμους είναι η συμβουλή που θέλω να της δώσω. 

Κατά τα άλλα ο διπλανός μου πάλι τα βαλε με τα δένδρα και θέλει να κόψει κι άλλα, όλοι βρίζουν τα σκιουράκια που τρώνε τα καρύδια ακόμη κι από καρυδιές που δεν είναι δικές τους ξεχνώντας πως εμείς πήγαμε σπίτι τους, η Πίτσα η σκυλίτσα έπεφτε στα πατώματα για δυο μπουκιές φαϊ και με χαρά διαπίστωσα ότι το γκρι κλεφτρόνι που με είχε ταράξει πέρυσι επέζησε. Κλέβει άλλους φέτος! 

Με μισή καρδιά πήγα χωρίς καρδιά γύρισα.

Ισως χάθηκε στο βαθύ σκοτάδι κι ανησυχώ γιατί δεν ξέρω αν γνωρίζει τον δρόμο να γυρίσει σπίτι. 
Και δεν έριξα και ψιχουλάκια να τα δει και να τα ακολουθήσει.

όνειρα γλυκά όπου και να είστε. 

Σάββατο 7 Ιουλίου 2018

122 γραμμάρια



Άνοιξε τα μάτια, βιαστικά κιόλας και μονομιάς για να δει τον κόσμο μας.

Μάλλον δεν της άρεσε και τα κλεισε για πάντα.

Μέρα που διάλεξε!


Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Θερινά Ηλιοβασιλέματα


Μου είπαν πως η μέρα που γεννήθηκα ήταν πολύ λαμπερή. Αν και Σεπτέμβρης εκείνη τη μέρα ο ήλιος ήταν τεράστιος κι υπέρλαμπρος .

Εγώ, για να είμαι ειλικρινής δεν το θυμάμαι.

Εξηγούνται όμως πολλά.

Το κυριότερο, η αγάπη μου γι αυτόν. Η ανάγκη μου να τον βλέπω να λάμπει και να φωτίζει το σύμπαν.
Αχ! Αυτό το σύμπαν.

Κι ας μη μπορώ να τον φθάσω, να τον αγγίξω έστω και λίγο. Δεν στενοχωριέμαι, κανείς δεν μπόρεσε.

Το φεγγάρι κατακτήθηκε. Ο Ήλιος ποτέ!

Η διαφορά τους είναι ακριβώς αυτό υπέρλαμπρο φως που σε τυφλώνει όταν τον αντικρίσεις κατάματα.

Κι έτσι θα μείνει.Για πάντα.

Είναι το μόνο "για πάντα" ου δεν θα αναιρεθεί.

Κι εγώ, εγώ θα ήθελα να είμαι σε κείνη την πλευρά της γης που να τον βλέπω πάντα!

Σαν να είμαι μια κουκιδίτσα πάνω στην υδρόγειο σφαίρα που είχα μικρή και να περιστρέφομαι μαζί του.

Να κοιμάμαι και να ξυπνάω μαζί του.

Αλλά δεν γίνεται....

Κι έτσι το μόνο που μου μένει είναι να τον βλέπω ν'ανατέλλει απ. τις λίμνες, τις θάλασσες, τα βουνά και να δύει απαλά ξανά απ τα ίδια μέρη.

Είμαι ευτυχισμένη που ζω στην Ελλάδα. Δεν νομίζω πως θα τα κατάφερνα σε άλλο τόπο.


Τετάρτη 23 Μαΐου 2018

Ο Λόφος που άλλαζε χρώματα



Πρωϊνή ρέμβη. Και μεσημεριανή ραστώνη. Και βραδυνή αναπόληση.

Ο Λόφος εκεί. Αμετακίνητος. Αλλά ποτέ ίδιος.
Κάποιες φορές σοβαρός μέχρι τα όρια του βλοσυρού, καφετί, οργισμένος θα έλεγα.
Σαν να είδε ένα κακό όνειρο και του χάλασε το κέφι.

Άλλοτε χαμογελαστός με λακάκια στα μάγουλα, όταν πρώτο φως της αυγούλας και οι ζεστές αχτίδες του ήλιου αρχίσουν να πέφτουν πάνω του.
Τα χρώματά του πανέμορφα. Χρυσαφιά, πράσινα όλων τον αποχρώσεων κι ανάμεσά τους κόκκινα, κίτρινα, ροζ,μαβί.

Το ηθικό του αναπτερώνεται όσο  κι αν νιώθει πάνω του, βαριά τα σφυροκοπήματα από ανθρώπους που μοχθούν κι αυτοί.

Είτε για το καλό είτε για το κακό.

Ατσάλια του σκίζουν τα σωθικά, κουτάκια πολύχρωμα που τα γυροφέρνουν μελισσούλες και το βουητό του αποσπά τις σκέψεις.

Και τις καλές και τις κακές.

Κι όλο αλλάζει, όσο οι ώρες περνούν. Σαν τον άνθρωπο, όταν τον πληγώσουν. Κλαίει, οδύρεται, χτυπιέται αλλά έρχεται κι η ώρα που στεγνώνει τα δάκρυά του και χαϊδεύει απαλά τις πληγές του μέχρι να σβύσουν.

Το μεσημεράκι θα ηρεμήσει. Τα χρώματα θα απαλύνουν, μπορεί και να ξεθωριάσουν λίγο, αλλά η ομορφιά του θα παραμείνει αγέρωχη.
Είναι το άγχος του, που μάλλον καταλαγιάζει τώρα που τα σκεπάρνια σώπασαν….
και τα δεμάτια των ψεμμάτων έμειναν παρατημένα στις παρυφές του.

Και θάρθει τ’ απόγιομα κι αυτός θα ξεδιπλώσει όλο το πληγωμένο μεγαλείο του.

Φρέσκος, δροσερός, αναπτερωμένος θα ρίξει ευωδιαστές πνοές στον γύρω κάμπο.
Θα εμπνεύσει αισιοδοξία και βαθειά μέσα του ίσως και να σκέφτεται πως τίποτα δεν χάθηκε.
 Μόνον ότι δεν άξιζε.
Στέκω εδώ ορθός, είτε θέλετε είτε δεν θέλετε.

Με πληγώσατε γιατί σας το επέτρεψα. Αλλά θα είμαι εδώ. Μπροστά στα μάτια σας, καρφωμένος στη σκέψη σας, στα όνειρά σας.

Και σαν πέσει η νύχτα και τα φώτα ανάψουν εκείνος παραμένει εκεί ατενίζοντας την πόλη κι ίσως βλέποντας πράγματα και καταστάσεις εκ του μακρόθεν, θέλοντας και μη θα αναθεωρήσει μερικά.
Είναι κι αυτό το απαλό βραδυνό αεράκι ανακατεμένο με τις μελωδίες των ερωτευμένων αηδονιών ,που του παίρνουν τις σκέψεις μακρυά.
Το σκοτάδι της νύχτας κάποιες φορές ρίχνει άπλετο φως στις σκέψεις.
Και βλέπεις πιο καθαρά.

Τον Χειμώνα, κάτασπρος θα βλέπει όσους τον πλήγωσαν να τον εκλιπαρούν. 
Εμείς ελπίζουμε ν' αργήσει αυτός ο Χειμώνας.

Δευτέρα 14 Μαΐου 2018

Αναντικατάστατοι και ....μη








Λένε, οι άλλοι, πως τον "χαμό" ενός ζώου τον ξεπερνάς πιο γρήγορα αν πάρεις ένα άλλο ζωάκι.

Εγώ λέω πως αυτό δεν ισχύει. Πρώτον γιατί μοιάζει κρύο, ωμό.

Έτσι απλά ξεχνάμε το προηγούμενο, με την αντικατάσταση; Με ένα άλλο!

Δεύτερον, δεν θέλω να το ξεπεράσω γρήγορα και θέλω να τον θρηνώ κάθε ώρα και στιγμή.

Τρίτον ο δικός μου ο Γάτος είναι Αναντικατάστατος. Με όλη τη σημασία της λέξης.



Λόγω χαρακτήρα, διάρκειας ζωής, αναμνήσεων.

Πολλές φορές ένα ζώο περιεκλείει λίγο κι απ την ζωή άλλων. Αυτών που αγάπησες πολύ. Αυτών που ήταν πολύ σημαντικοί για την ίδια σου την ύπαρξη.

Δεν είναι μόνον ένας γάτος, είναι λίγο από μαμά, από αδελφό, λίγο από ευτυχισμένες στιγμές, απο κάποιον έρωτα μεγάλο.......

Ειδικά ένα τόσο μεγάλο σε ηλικία ζώο.

Μια κι είπα Έρωτα, οι ίδιοι οι άλλοι λένε πως κι αυτόν τον ξεπερνάς εύκολα μ' έναν άλλον.

Αυτό μπορώ να το δεχτώ και το πιστεύω εν μέρει.

Πρώτον γιατί, ο,τι τελειώνει πάει στο καλό και στην ευχή τους Θεού και της Παναγίας, όσο και να μας πόνεσε. Ακόμη και το πιο ωραίο έργο στον κινηματογράφο κάποια στιγμή γράφει ¨Τέλος".

Δεύτερον δεν υπάρχει λόγος να χάνεται ο χρόνος, ιδιαίτερα τώρα....κι όσο τα βλέμματα πέφτουν ακόμη πάνω μας, όπως διαπιστώνω πίσω από τα μαύρα γυαλιά, πυκνά συχνά.

 Ιδιαίτερα όταν έχει ήλιο κι είμαστε και στα χάϊ μας.

Τρίτον δεν ισχύει το "αναντικατάστατος".

Ισχύει το ουδείς ¨Αναντικατάστατος"!

υγ. Μια κι έχετε τα μέσα, λοιπόν, hold on line!

και accomodatevi






Κυριακή 6 Μαΐου 2018

Ο Ήλιος θα λάμπει...νομοτελειακά


§  





Τη νύχτα όλες μας οι σκοτούρες γίνονται πιο βαριές και μας στεναχωρούν πιο πολύ ακόμη παρ’ όσο την ημέρα. Νομίζουμε πως δε θα μπορέσουμε πια να τις αντέξουμε. 
Μα αύριο, όλα θ’ αλλάξουν. Τίποτα δεν μπορεί να γίνει χειρότερο απ’ ό,τι είναι, αύριο… 
αύριο όλα θα πάνε καλύτερα…

    

Annemarie Selinko




Δευτέρα 30 Απριλίου 2018

Για συντροφιά....

Σιωπές



Με σύννεφα πολλά και βροχή απριλιάτικη ο Φροίξος ανέβηκε στο κριάρι του χωρίς την Έλλη του και  πέταξε μακρυά....

Δεν ξέρω που θα χαρίσει το Χρυσόμαλλο Δέρας αλλά κάτι μου λέει πως κάποτε θα το ξαναβρώ.

Όλη τη νύχτα και στο δρόμο μετρούσαμε. 1,2,3,4,5,6,7,8,9,10,11,12......19 ...λίγο παρά τσακ 20.
Και ξανά μανά.
Σε κανέναν μας δεν ήταν αρκετά. Περάσαμε τόσα μαζί!
Δεν ήμουν μόνη. Ήμουν πάντα εγώ κι ο Γάτος μου.

Δίπλα μου το ένα τρίτο της ζωής μου κι εγώ σ' αυτόν.

Του έλεγα πόσο ωραίος Γάτος ήταν που του άρεσε πολύ  κι ας μην ήταν. Εγώ του το έλεγα πάντα.
Τον φώναζα χαρά μου, λουλούδι μου!
Το απολάμβανε και κουνούσε μόνο τα τελευταία δυο εκατοστά της ουράς του.
Ήξερε πολλές λέξεις, αλλά κυρίως το "Έλα".
Το ¨΄Ελα" σήμαινε κονσερβάκι ή αγκαλιά. Και τα αγαπούσε και τα δύο.

Ξέρω πως θα μου λείψει πολύ. Θα μου λείψει αυτή η λαχτάρα να μπω να τον δω να φωτίσει η ψυχή μου, θα μου λείψει τις νύχτες που μ' αγκάλιαζε και μόλις νόμιζε ότι αποκοιμήθηκα την έκανε μ'ελαφρά και πλάγια βηματάκια για ν'απολαύσει τη νύχτα του.

Θα  μου λείψει η αγριοφωνάρα του όταν με περνούσε η ώρα κι ήθελε να κοιμηθούμε.
Θα μου λείψει το σουλατσάρισμα πάνω μου, στο κεφάλι μου, τα φιλιά στα μάτια με την υγρή μουσούδα του, τ' άγριο ξημέρωμα για να ξυπνήσω.

Θα θυμάμαι πάντα το γουργούρισμά του.Δεν νομίζω άλλος γάτος να γουργουρίζει τόσο δυνατά. Νανούρισμα....
Ροχάλιζε κιόλας! Ναι τα γατιά και ονειρεύονται και ροχαλίζουν.

Θα πρέπει να μάθω ξανά να κλείνω τις πόρτες. Είκοσι χρόνια ανοιχτές, μπάνιο, κρεβατοκάμαρα, κουζίνα όλες. Δεν τις γούσταρε και δεν έμαθε ποτέ να τις ανοίγει. Κι όταν προσπαθούσε το έκανε με αντίθετη φορά και τις....έκλεινε!

Το χαζό το γατί μου.


Θα μου λείψει ως συνοδηγός στα λιγοστά πλέον ταξείδια που κάνω.

Ναι κλαίω, αν δεν σας ενοχλεί και με την αδειά σας. Και πολύ μάλιστα.

Φροιξούλη, πέρα από τα σύννεφα υπάρχει ένας λαμπερός Ήλιος, χρυσοκόκκινος και ζεστός. Θα δεις.....

Κι έχε το νου σου να δεις και το ουράνιο τόξο, γιατί θα βγει, πάντα βγαίνει μετά τη βροχή.

Κοίτα και για γνωστούς, υπάρχουν κανα δυο που σε λάτρευαν!

Με πονάει η Ψυχή μου.



Παρασκευή 27 Απριλίου 2018

Ψίχουλα και ψιχουλάκια







Ε και;

Το μόνο κακό που έχουν είναι ό τι κάνουν κριτς κρατς όταν τα πατάς.

Κατά τα λοιπά είναι καθαρόαιμοι απόγονοι του ψωμιού, του κέϊκ και κυρίως των φρέσκων, τραγανών απ έξω κι  αφράτων από μέσα μέσα μπεζέδων.




Τρίτη 24 Απριλίου 2018

Και τα χελιδόνια κλαίνε



Ταξίδεψαν από πολύ μακριά κουβαλώντας στα απαλά φτερά τους, ανοιξιάτικη πνοή.
Κοπίασαν πάρα πολύ, αλλά άντεξαν γνωρίζοντας ότι θα βρουν ζεστασιά κι ένα σπιτικό έτοιμο να τους περιμένει να ξαποστάσουν.

Ν’ αγαπηθούν να ζευγαρώσουν.  Να μεγαλώσουν τα μικρά τους στη ζέστη του καλοκαιριού  να τα δυναμώσουν για το μεγάλο ταξείδι της επιστροφής, τους όταν εδώ όλα θα έχουν κρυώσει.
Τα πιο πολλά είναι τυχερά και βρίσκουν το σπιτικό τους. Ένα ξεσκονισματάκι, λίγο συγύρισμα κι έτοιμο. Πλαγιάζουν να ξαποστάσουν. Αγάπη να υπάρχει.

Γιατί η άνοιξη έχει απαιτήσεις κι η ζωή ακόμη μεγαλύτερες.

Άλλα, άτυχα βρήκαν τα σπιτικά τους γκρεμισμένα από ανθρώπους που τη μόνη βρωμιά που μπορούν να διακρίνουν στον κόσμο είναι ένα δυο αχυράκια και καμιά κουτσουλιά στην αυλή τους.

 Αυτά μόνο, γιατί μάλλον όλα τα υπόλοιπα είναι πολύ όμορφα και καθαρά γι αυτούς.
Και γκρεμίζουν τις φωλιές….

Ίσως να μην ακούσουν ποτέ ( τέτοιοι άνθρωποι είναι πάντα θεόκουφοι) τα κλάματα και τον θρήνο αυτών των πουλιών!
Ίσως και να μη δουν ποτέ (τέτοιοι άνθρωποι είναι και θεότυφλοι), πόσο κόπο καταβάλουν για να ξαναχτίσουν την φωλιά τους. Γιατί την θέλουν πολύ, την έχουν ανάγκη.

Στο ίδιο ακριβώς σημείο!

Η δική μου καρδιά ράγισε τούτες τις μέρες. Για πολλούς λόγους, αλλά και γι αυτό. Ακούω τον θρήνο τους νυχθημερόν και και σείεται η ψυχή μου συνθέμελα.
Νιώθω την απελπισία τους και παραλύω.

Θα ήθελα πολύ να ήμουν μηχανικός και να τους την έχτιζα εγώ....αλλά δεν είμαι.

Εύχομαι, ελπίζω  αυτός ο καλός, πάνσοφος και παντοδύναμος Θεός να ρίξει κεραυνούς σ’ όσους πειράξουν ξανά αυτά τα σπιτικά.
Τι τους κρατάει και τους αμολάει σε δύστυχους βοσκούς κι αγρότες ή περιπατητές των βουνων και των λαγκαδιων.

Αν θέλει να κάνει κάτι καλό.



Παρασκευή 20 Απριλίου 2018

Τι είχαμε τι χάσαμε




Το να μεγαλώνεις είναι ευτυχία. Βλέπεις κι απολαμβάνεις ότι δεν πρόλαβαν όσοι έφυγαν νωρίς.

Βλέπεις τον ήλιο, το φεγγάρι , μετράς τ’ αστέρια όταν σου κάνει κέφι κι ελπίζεις να τα βρεις όλα στη θέση τους κάθε φορά.
Ε, μπορεί να λείπει και κανένα που και που, πεσμένο καταγής από ευχή απελπισμένης ή ερωτευμένης έφηβης ψυχής…

Το να μεγαλώνεις σημαίνει και ζάχαρο (που έλεγε και μια ψυχή, καλή ψυχή), χοληστερίνη, αρθριτικά, διάφορα πονίδια.

Σημαίνει όμως κι εμπειρία.
Η ψυχή κι η καρδιά έχουν πλέον εκπαιδευτεί πολύ καλά ν’ αντέχουν στις κακουχίες.
Είναι βλέπεις μάτια μου κι αυτή η αθηρωμάτωση που σκληραίνει τις αρτηρίες και δεν περνάνε όλα…

Έχεις άλλωστε κατατάξει από πολύ καιρό ανθρώπους και καταστάσεις σε όμορφα κουτάκια τοποθετώντας τα στο πιο ψηλό ράφι της αποθήκης εκεί που δεν θα χρειαστεί να τα δεις ποτέ ξανά, αλλά πάντα ξέρεις τι υπάρχει μέσα στο κάθε ένα.

 Κι ας μην έμαθες ποτέ, πότε αυτή η ρημάδα η μύγα τσε τσε τσιμπάει κάποιον...

Έχεις διαπιστώσει πλέον ότι αδιαμφισβήτητα υπάρχουν και στείρες ψυχές ριζωμένες βαθιά σε δυστυχισμένους ανθρώπους.

Και κυρίως έχεις μάθει να μη σε ξεγελάνε κι ας τους αφήνεις να το νομίζουν.

Κυριακή 8 Απριλίου 2018

«Ἀπολείπειν ὁ Θεός Ἀντώνιον»



Σάν ἔξαφνα, ὥρα μεσάνυχτ’, ἀκουσθεί
ἀόρατος θίασος νά περνᾶ
μέ μουσικές ἐξαίσιες, μέ φωνές –
τήν τύχη σου πού ἐνδίδει πιά, τά ἔργα σου
πού ἀπέτυχαν, τά σχέδια τῆς ζωῆς σου
πού βγῆκαν ὅλα πλάνες, μή ἀνωφέλετα θρηνήσεις.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού φεύγει.
Προ πάντων νά μή γελασθεῖς, μήν πεῖς πως ἦταν
ἕνα ὄνειρο, πώς ἀπατήθηκεν ἡ ἀκοή σου∙
μάταιες ἐλπίδες τέτοιες μήν καταδεχθεῖς.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
σάν που ταιριάζει σε πού ἀξιώθηκες μιά τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά πρός τό παράθυρο,
κι ἄκουσε μέ συγκίνησιν, ἀλλ’ ὄχι
με τῶν δειλῶν τά παρακάλια και παράπονα,
ὡς τελευταία ἀπόλαυσι τούς ἤχους,
τά ἐξαίσια ὄργανα τοῦ μυστικοῦ θιάσου,
κι ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού χάνεις.

Κωνσταντίνος Καβάφης

Προσωπικά, βαρέθηκα ν' αποχαιρετώ. Ανθρώπους, πρότερες συνήθειες, την ζωή μου την ίδια.....